Skip to content Skip to left sidebar Skip to footer

Μάντεψε Ποιος Ήρθε για τα Γενέθλιά σου

ΠΕΜΠΤΗ 23/7 – 23:00

ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ 24/7 – 22:00


Δραματική κομεντί 2019  || Διάρκεια: 101′

Η πρωταγωνιστική παρουσία της Κατρίν Ντενέβ αποτελεί αναμφίβολα το εμπορικό ατού της ενδέκατης ταινίας του Γάλλου ηθοποιού και σκηνοθέτη Σεντρίκ Καν, ενός άνισου και μάλλον απρόσωπου δημιουργού, ο οποίος εστιάζει στις ανθρώπινες σχέσεις και στα δράματα χαρακτήρων («L’Ennui», «Το Αεροπλανάκι που μου Χάρισε ο Μπαμπάς μου», «Μια Καλύτερη Ζωή»). Ως Αντρεά, η οποία για να γιορτάσει τα 70ά γενέθλιά της καλεί στην έπαυλή της, όπου ζει με τον άντρα της, τους δύο γιους της με τις οικογένειές τους, η Ντενέβ κρατά θεμελιώδη, αλλά στην πραγματικότητα δεύτερο ρόλο σε αυτό το χιουμοριστικά δραματικό «οικογενειακό ντοκιμαντέρ». Ο ένας γιος, μάλιστα, έχει φέρει μαζί και την κάμερά του και προσπαθεί να πείσει τους υπολοίπους να συμμετάσχουν στο αυτοσχέδιο φιλμάκι που θέλει να γυρίσει με αφορμή την επετειακή συνάντηση.

Ο βασικός και πλέον ενδιαφέρων χαρακτήρας της ταινίας είναι η Κλερ, η μικρότερη κόρη της οικογένειας, η οποία προστίθεται απροειδοποίητα στη χαρωπή συνάθροιση και δεν θέλει πολύ για να την αναστατώσει. Αν κι έχει απομακρυνθεί από γονείς και αδέρφια εδώ και καιρό κι έχει αφήσει την έφηβη κόρη της στη φροντίδα των παππούδων, η παρουσία της εκεί οφείλεται στην επιθυμία της να πουλήσει άμεσα το σπίτι, το οποίο στην πραγματικότητα της ανήκει.

 

Η επιθετική συμπεριφορά της θα προκαλέσει μια σειρά από αλυσιδωτές αντιδράσεις και μετωπικές συγκρούσεις, οι οποίες θα φέρουν στην επιφάνεια επώδυνες και απωθημένες αλήθειες. Η παρότρυνση της Αντρεά «μόνον ευχάριστες κουβέντες σήμερα» πέφτει στο κενό, ο καθένας τα βάζει με τον διπλανό του και ο Σεντρίκ Καν διασκεδάζει με το όλο ψυχόδραμα, το οποίο επιχειρεί να θίξει πόσο αβάσταχτα ανάλαφρα είναι τα προβλήματα της σύγχρονης μπουρζουαζίας. Τουλάχιστον δεν κρατά ο ίδιος τον ρόλο του γιου/σκηνοθέτη που φιλοσοφεί κάθε τόσο –αλλά ποτέ στα σοβαρά– περί δημιουργίας, καλλιτεχνικής φιλοδοξίας και ακυρωμένων φιλοδοξιών.

Η εξυπνάδα του σκηνοθέτη και σεναριογράφου είναι πως φέρνει όλα αυτά σε πρώτο πλάνο με βαθύ σαρκασμό, αποφεύγοντας τη στομφώδη πόζα (η μπουλβάρ πλευρά της ταινίας), η κινηματογραφική του αδυναμία είναι όμως πως δεν μπορεί να ξεκολλήσει αυτήν τη χιουμοριστική προσέγγιση από την τυπική γαλλική συνταγή: ατελείωτοι, καθημερινοί διάλογοι οι οποίοι διακόπτονται από υστερικά ξεσπάσματα, μια αδιάκοπη, νευρωτική κίνηση των χαρακτήρων που καταντά νατουραλίστικη μανιέρα, «αβίαστες» μα κρυμμένες πίσω από το δάχτυλο κοινωνικές παρατηρήσεις και σινεφίλ αναφορές. Ένα αδέξιο μείγμα ντοκιμαντερίστικου ρεαλισμού και μεταμοντέρνας αποδόμησης (ο Μορίς Πιαλά συναντά τον Κριστόφ Ονορέ) στο οποίο οι ανθρώπινες σχέσεις, και δη οι οικογενειακές, περιγράφονται όλες από το μπανάλ «ούτε με εσένα ούτε χωρίς εσένα».