Skip to content Skip to left sidebar Skip to footer

Nomadland, (η χώρα των νομάδων)

ΣΑΒΒΑΤΟ 31/7 – ΚΥΡΙΑΚΗ 1/8 στις 23:00


Δραματική | | Διάρκεια: 107′

 

Η πλέον πολυβραβευμένη ταινία της χρονιάς είναι ένα χαμηλού κόστους και τόνων road movie, το οποίο βασίζεται σ’ ένα λογοτεχνικό χρονικό της Τζέσικα Μπρούντερ και μας ταξιδεύει στους ανοιχτούς ορίζοντες και τις διαχρονικές αξίες της αμερικανικής ενδοχώρας. Τρίτη ταινία της κινεζικής καταγωγής Κλόι Ζάο («Songs My Brothers Taught Me», «Καλπάζοντας με το Όνειρο»), εξελίσσεται κι αυτή στις απέραντες πεδιάδες των βόρειων και δυτικών πολιτειών, εστιάζοντας σ’ έναν ακόμα παρία του αμερικανικού ονείρου. Την 60χρονη χήρα Φραν, η οποία μετά την οικονομική κατάρρευση της επιχείρησης εξόρυξης στην αγροτική Νεβάδα όπου δούλευε, φορτώνει τα υπάρχοντά της σε ένα αυτοκινούμενο τροχόσπιτο και ξεκινά μια περιπλάνηση χωρίς προορισμό, αναζητώντας κάθε λογής ευκαιριακή δουλειά. Θα βρεθεί σε μια κοινότητα νομάδων, όπου θα γνωρίσει κι άλλους πλάνητες σαν εκείνη, θα έρθει κοντά με έναν ευγενικό μεσήλικα που έχει γράψει πολλά χιλιόμετρα στο βανάκι του και θα δελεαστεί από την ιδέα μιας μόνιμης στέγης.

Η Φραν θα κάνει τις επιλογές της, στιγμιαίες και μόνιμες, στωικά και αθόρυβα. Η ερμηνευτική σοφία της Φράνσις ΜακΝτόρμαντ της δίνει σάρκα, οστά και συγκινητικό ψυχολογικό βάθος συντονισμένη στη sotto voce σκηνοθετική προσέγγιση της Ζάο. Όπως ατενίζει τον νυχτερινό ουρανό, όπως πακετάρει τα δέματα στη γραμμή παραγωγής της Amazon κι όπως ακούει την Λίντα να μιλάει για το πώς δουλεύει από τα 12 της, κάθε σιωπηλό βλέμμα και κάθε διακριτική χειρονομία αυτής της γυναίκας διηγείται και μια ιστορία. Μια ιστορία που ταξιδεύει από τη γέννηση της Άγριας Δύσης ως τις μέρες μας, κουβαλώντας αλήθειες και συμπεριφορές οι οποίες προσπαθούν μάταια να χωρέσουν στο στενό κοστούμι της τραμπικής αμερικανικής καθημερινότητας. Η Φραν, όμως, μαζί της και η Ζάο, δεν εξεγείρεται ενάντιά της. Δεν ζητά να ανατρέψει μια (πολιτικοκοινωνική) κατάσταση και η «Χώρα των Νομάδων» δεν επιχειρεί να την καταγγείλει.

Με αφοπλιστική κινηματογραφική καθαρότητα, η ταινία δεν αντιπαραβάλλει στη Μεγάλη Κρίση παραπονεμένα λόγια και μελοδραματικά αδιέξοδα, μόνο πλάνα του ανοιχτού ορίζοντα και του ξάστερου ουρανού, εκφραστικά κλόουζ απ, εξιστόρηση πραγματικών περιστατικών (οι Λίντα Μέι και ο Μπομπ Γουέλς, όπως και σχεδόν όλοι οι δεύτεροι ρόλοι, υποδύονται λίγο πολύ τον εαυτό τους), αφηγηματικές ανάσες στους χαρακτήρες και στο κέντρο του κάδρου γυναίκες και άντρες που, κόντρα στις απαιτήσεις των καιρών, αποφασίζουν να… αποφασίσουν για τον εαυτό τους. Όπως ακριβώς και ο Μπράντι του «Καλπάζοντας με το Όνειρο», μικρό κινηματογραφικό διαμάντι του οποίου τις θεματικές και το ύφος φινίρει εδώ με οσκαρική κομψότητα η Κλόι Ζάο, αναζωογονώντας τη νοσταλγική γοητεία της ταινίας δρόμου. Ανταμοιβή της μια ατέλειωτη σειρά από βραβεία που ξεκίνησαν από το Χρυσό Λιοντάρι στο φεστιβάλ Βενετίας και κορυφώθηκαν με τα Όσκαρ καλύτερης ταινίας, σκηνοθεσίας και α΄ γυναικείου ρόλου.