Skip to content Skip to left sidebar Skip to footer

Ημέρα: 15 Αυγούστου 2020

Τσάιναταουν

ΠΕΜΠΤΗ 20/8 – 22:00

ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ 21/8 – 22:00


Μυστηρίου 1974 (επανέκδοση) || Διάρκεια: 130

Λος Αντζελες, 1938. Ο Τζ. Τζ. «Τζέικ» Γκίτις είναι ο καλύτερος ιδιωτικός ντετέκτιβ της περιοχής. Ακριβός, καλοντυμένος, γοητευτικός, αυστηρός με τους συνεργάτες του διατηρεί ένα πολυτελές γραφείο το οποίο εξειδικεύεται σε «συζυγικές υποθέσεις» (μοιχείας). Μία τέτοια σύζυγος φτάνει στην πόρτα του και του ζητά να πιάσει τον άντρα της στα πράσα. Μόνο που η κυρία Μάλρεϊ δεν είναι αυτή που ισχυρίζεται κι ο Χόλι Μάλρεϊ δεν είναι τυχαίος: επικεφαλής μηχανικός της Εταιρίας Ύδρευσης της πόλης, αντιτίθεται στο να υπογράψει για τη δημιουργία (σαθρού) φράγματος, ενώ τα πολιτικά συμφέροντα είναι άλλα. Ο Τζέικ όντως τον συλλαμβάνει με μία νεαρή κοπέλα, οι εφημερίδες τον εκθέτουν στα πρωτοσέλιδά τους, αλλά τότε ξεκινούν οι ανατροπές και οι αποκαλύψεις. Η πραγματική κυρία Μάλρεϊ εμφανίζεται στο γραφείο και τη ζωή του (η άλλη ήταν απατεώνας, πληρωμένη για να αμαυρώσει την υπόληψη του), ο Χόλι Μάλρεϊ βρίσκεται πνιγμένος μέσα στους τσιμεντένιους σωλήνες νερού, ο Τζέικ ακολουθεί το νήμα του μυστηρίου και βρίσκεται μπροστά σε μία ιστορία πολιτικο-οικονομικής διαφθοράς που διαβρώνει τα θεμέλια της πόλης του Λος Αντζελες. Μιας πόλης που χτίστηκε πάνω στο ψέμα και πλούτισε πάνω στο ψέμα – από την ιστορία ύδρευσής της μέχρι το σύμπαν του Χόλυγουντ.

Η ταινία θεωρείται ως μια από τις καλύτερες όλων των εποχών και 2η στη λίστα με τις καλύτερες ταινίες μυστηρίου. 11 υποψηφιότητες για Όσκαρ, (και για Όσκαρ Καλύτερης Ταινίας), κέρδισε τελικά μόνο Όσκαρ Πρωτότυπου Σεναρίου. 4 Χρυσές Σφαίρες .

Angry Birds: H Ταινία 2

ΤΕΤΑΡΤΗ 19/8 – 21:30


Animation 2019 || Διάρκεια: 97′

Τα φινλανδικής καταγωγής (βασισμένα στο διάσημο ηλεκτρονικό παιχνίδι)

Τα φινλανδικής καταγωγής (βασισμένα στο διάσημο ηλεκτρονικό παιχνίδι) αγριεμένα πουλιά συνεχίζουν τις αδιάφορες σινε-περιπέτειές τους, έχοντας αυτήν τη φορά τα γουρούνια για συμμάχους τους. Διότι, αν και η μεταξύ τους αντιπαράθεση συνεχίζεται αρχικά, όταν εμφανίζεται απ’ το πουθενά μια «παγωμένη» απειλή, που βάζει σε κίνδυνο και τα δύο νησιά, οι ορκισμένοι εχθροί αποφασίζουν να οργανώσουν μια κοινή ομάδα αντιμετώπισής της. Εξέχων μέλος της η Σίλβερ, μια δυναμική κι ευφυέστατη φτερωτή μηχανικός, που θα γοητεύσει τον εγωιστή Ρεντ, απαραίτητη σεναριακή προσθήκη κάθε mainstream παραγωγής στην εποχή του #MeToo.

Από εκεί και πέρα, το ναΐφ αυτό σίκουελ ακολουθεί την πεπατημένη της κοινότοπης αλλά εμπορικά επιτυχημένης πρώτης ταινίας, γεμάτη χιουμοριστικές, αγωνιώδεις και περιπετειώδεις σκηνές, οι οποίες απευθύνονται αποκλειστικά στο ανήλικο κοινό. Κάποιες από αυτές διαθέτουν μια σουρεαλιστική τρέλα, αποτελούν όμως εξαιρέσεις μέσα σε μια πλοκή που ποτέ δεν αποκτά συγκροτημένη αφήγηση, επιλέγοντας κάθε φορά την πιο εύκολη –δραματική ή αστεία– λύση.

Μικρές Κυρίες

ΔΕΥΤΕΡΑ 17/8 – 22:00

ΤΡΙΤΗ 18/8 – 22:00


Δραματική 2019 || Διάρκεια: 135′

Eργο-σταθμός της αγγλόφωνης λογοτεχνίας για τον τρόπο με τον οποίο χαρίζει στεντόρεια όσο και συγκινητική φωνή στις ηρωίδες του αλλά και για τη δεξιοτεχνική μετατροπή μιας αυτοβιογραφικής αλήθειας σε απολαυστική μυθοπλασία, οι «Μικρές Κυρίες» της Λουίζα Μέι Άλκοτ, που εκδόθηκαν το 1868, παραμένουν ένα διαχρονικό μπεστ σέλερ με μερικές αξιόλογες μεταφορές στη μεγάλη οθόνη (κορυφαία εκείνη του 1933 από τον Τζορτζ Κιούκορ).

Θίγοντας με ρομαντική –ίσως αφελή σήμερα– και αφηγηματικά πλούσια διάθεση τα θέματα της ενηλικίωσης και της γυναικείας χειραφέτησης, αποτελούν ένα πρώτης τάξεως θεμελιακό υλικό για ένα καλοστημένο, αναγνωρίσιμο από το μεγάλο κοινό χολιγουντιανό δράμα, όπως ήταν και σχεδόν όλες οι μέχρι τώρα σινε-προσαρμογές του. Πιστή στην ίδια ακαδημαϊκή συνταγή, η καταξιωμένη ηθοποιός («Francis Ha») και ανερχόμενη δημιουργός (δύο οσκαρικές υποψηφιότητες για το «Lady Bird») Γκρέτα Γκέργουιγκ καταθέτει τώρα τη δική της άποψη πάνω στην ιστορία των αδερφών Μαρτς, την οποία όμως προσπαθεί διακριτικά να εκμοντερνίσει ως ύφος και περιεχόμενο.

Η πρώτη εύστοχη διηγηματική παρέμβαση της Γκέργουιγκ συνίσταται στο «σπάσιμο» της γραμμικής πλοκής του μυθιστορήματος, βάζοντας τη νεαρή Τζο Μαρτς να μας μεταφέρει με διαρκή φλας μπακ από το παρόν, οπότε κι επιστρέφει στο πατρικό της, στο παρελθόν, όταν εκείνη και οι τρεις αδερφές της έκαναν σχέδια για μια ανεξάρτητη, συναρπαστική ζωή. Έτσι τέσσερα διαφορετικά γυναικεία πορτρέτα συνθέτουν την all American girl του μετεμφυλιακού 19ου αιώνα, η οποία συνεχίζει να αγωνίζεται για κοινωνική δικαιοσύνη και ίσες ευκαιρίες ακόμη και στις αρχές του 21ου.

Η Γκέργουιγκ τονίζει τις αναλογίες με έναν αφηγηματικό εκσυγχρονισμό (το φιζίκ και ο τρόπος ομιλίας των πρωταγωνιστριών, η «καθαρή», ατσαλάκωτη σκηνογραφική επιλογή) που δεν προδίδει τη ρομαντική ψυχή της Άλκοτ, τα γλυκερά ξεσπάσματα της οποίας υπονομεύει με τρυφερή ειρωνεία (η συζήτηση με τον εκδότη περί χάπι εντ). Αποτέλεσμα ένα στερεό όσο κι ελαφρύ, εύληπτο δράμα εποχής με έξι πρωτοκλασάτες οσκαρικές υποψηφιότητες (ταινίας, σεναρίου, α΄ και β΄ γυναικείου ρόλου, μουσικής και κοστουμιών).

Ευτυχία

ΣΑΒΒΑΤΟ 15/8 – 22:00

ΚΥΡΙΑΚΗ 14/8 – 22:00


Δραματική 2019 || Διάρκεια: 123′

Η επιτυχία της θεατρικής βιογραφίας του Πέτρου Ζούλια «Ευτυχία Παπαγιαννοπούλου» με τη Νένα Μεντή, η οποία παιζόταν στις αθηναϊκές σκηνές σχεδόν για μία δεκαετία, επανέφερε στο προσκήνιο τη σπουδαιότερη Ελληνίδα στιχουργό και την περιπετειώδη ζωή της. Το πρωτότυπο σενάριο της Κατερίνας Μπέη («Θηλυκή Εταιρία», «Success Story») επιχειρεί μια διαφορετική προσέγγιση, η οποία στηρίζεται πάνω στις επώδυνες μνήμες της γεννημένης το 1893 Αϊδινιώτισσας.

«Δεν θέλω να θυμάμαι», λέει εκείνη στην πρώτη φράση της ταινίας, η οποία ξεκινά με μια γιορτινή βραδιά προς τιμήν της λαϊκής ποιήτριας μάλλον στα τέλη της δεκαετίας του ’60 (αφού παρών είναι και ο Μανώλης Χιώτης, που πέθανε το 1970), όπου παρευρίσκονται όλοι οι σπουδαίοι συνθέτες με τους οποίους είχε συνεργαστεί. Επιστρέφουμε γρήγορα στην καταστροφή της Σμύρνης και στο ριψοκίνδυνο πέρασμά της στην Ελλάδα του 1922, για να ακολουθήσει ένα διηγηματικά στρωτό και χτισμένο πάνω στις αναμνήσεις της ηρωίδας πηγαινέλα στο χρόνο, όπου το «φάντασμα» κάθε ιστορικού κεφαλαίου της ζωής της που κλείνει (ο πρώτος και ο δεύτερος σύζυγός της, η μητέρα της…) την επισκέπτεται στο τραπέζι της τιμητικής γιορτής.

Ένα από τα φαντάσματα είναι και ο νεότερος εαυτός της, ερμηνευμένος με νεύρο από την Κάτια Γκουλιώνη («Πολυξένη»), η οποία καταφέρνει να συντονιστεί ερμηνευτικά σε μεγάλο βαθμό με την πιο δύσθυμη κι εσωστρεφή γερασμένη Ευτυχία τής –πάντα εξαιρετικής– Καρυοφυλλιάς Καραμπέτη. Και οι δύο κρατούν ζωντανό το ασίγαστο πάθος μιας γυναίκας που ήθελε να παίξει στη ζωή με τους δικούς της όρους, πράγμα που η τελευταία δεν της το επέτρεψε ποτέ.

Υπάρχουν στιγμές κατά τις οποίες η ταινία βγάζει στην οθόνη αυτήν την τραγική διάσταση (η κόρης της Μαίρη τραγουδά το «Δυο πόρτες έχει η ζωή»), αφήνει όμως αναπάντητη την ουσιαστική σχέση της γυναίκας Ευτυχίας με τη στιχουργό Παπαγιαννοπούλου αλλά και την Ελλάδα που ζει έξω από τη μικρή αυλή της. Τι το ιδιαίτερο κουβαλούσε η λαϊκή ποιητικότητά της; Τι συνδέει καλλιτεχνικά τα «Καβουράκια» με το «Είμαι αητός χωρίς φτερά» και τη «Φαντασία»; Πώς δένονται όλα αυτά με την κοινωνικοπολιτική πραγματικότητα που τα τραγούδησε;

Η φροντισμένη για τα ελληνικά δεδομένα παραγωγή αναπλάθει πειστικά τις εποχές, ο Άγγελος Φραντζής («Ακίνητο Ποτάμι») δίνει κινηματογραφική πνοή στην αφήγηση και το γέλιο διαδέχεται το δάκρυ σε μια τακτοποιημένη σινε-βιογραφία με το νου της στο μεγάλο –τηλεοπτικοαναθρεμμένο– κοινό. Από την άλλη, το χιούμορ δεν συναρθρώνεται πάντα αρμονικά με το δράμα και οι γραφικότητες (η Ρένα Βλαχοπούλου, τα καλιαρντά του Λουκά, το χαρτοπαικτικό μαχαίρωμα) βάζουν τρικλοποδιές, αλλά η μυθιστορηματική, bigger than life προσωπικότητα της ηρωίδας χαρίζει στην ταινία παλμό και μερικά ειλικρινή συγκινητικά ξεσπάσματα.